Τοπικά Προϊόντα
Στην Κέρκυρα καλλιεργούνται 4,5 εκατομμύρια ελαιόδεντρα και από την παραγωγή του λαδιού αρκετό εξάγεται στην Ευρώπη. Από τα αμπέλια, που το αποτελούν το 7% της καλλιεργήσιμης έκτασης, παράγεται καλής ποιότητας κρασί. Αρκετά μεγάλη είναι η συγκομιδή από εσπεριδοειδή και οπωροφόρα, ενώ υπάρχουν ακόμη αρκετά δημητριακά και κηπευτικά. Στην αγορά της πόλης, κάθε μέρα μικροί παραγωγοί πουλούν φρέσκα λαχανικά, σπιτικό κρασί, αυγά και μυριστικά χόρτα.
Λάδι και ελιές: από την εποχή των Βενετσιάνων μέχρι σήμερα οι Κερκυραίοι παράγουν άφθονο λάδι. Από τις χαρακτηριστικές μικρές μαύρες ελιές, που είναι νοστιμότατες και τρώγονται σκέτες ή γαρνιρισμένες στη σαλάτα.
Κρασί: τα κερκυραϊκά αμπέλια είναι φυτεμένα με μεγάλο αριθμό ποικιλιών πολύ καλής ποιότητας. Το καλύτερο θεωρητικά κρασί προέρχεται από πλαγιές με ξερό έδαφος, όπως οι περιοχές γύρω από τους Πάγους, τους Λιαπάδες, τους Σιναράδες και το Πεντάτι, αν και εξ ίσου σημαντική με το έδαφος, είναι η γνωστή και η εμπειρία του παραγωγού. Ο Κακοτρύγης, με σκληρά κοτσάνια που τρυγιούνται δύσκολα (κρασί λευκό, με λεπτό και διαρκές άρωμα), το Μοσχάτο, έντονα αρωματικό λευκό κρασί, τοΠετροκόριθο, κόκκινο μπρούσκο κρασί πολύ καλής ποιότητας, το Σκοπελίτικο, που το τραγουδάνε στον Άνω Γαρούνα, το ροζάκι, το μαρτζαβί, η φειδιά, η κοκκινομουστίτσα, το ξίπλεκο, το Αρκαδινό, ο Κοργιανίτης, το Αφιόνι, ο Αγούμαστος, η αλεπούρα και ηΠινπινιόλα, είναι οι ποικιλίες που συμπληρώνουν τον αμπελουργικό χάρτη της Κέκρυρας.
Αλλαντικά: ανθούν ακόμα, μικρές βιοτεχνίες παραγωγής αλλαντικών, με κορυφή τοσαλάδο (ντόπιο σαλάμι) και το νούμπουλο φουμικάδο, άριστης ποιότητας, από χοιρινό καπνιστό κόντρα φιλέτο, που φτιάχνεται παραδοσιακά στην περιοχή του Όρους. Στην ίδια περιοχή φτιάχνουν σαλάδο και σπιτικά λουκάνικα.
Γαλακτοκομικά: παλιότερα η Κέρκυρα είχε παγκόσμια φήμη για την παραγωγή άριστης ποιότητας αγελαδινού βουτύρου και εξαιρετικής ποιότητας γραβιέρα. Σήμερα μικρές οικοτεχνίες παράγουν, σε εξαιρετικά χαμηλές ποσότητες άριστης ποιότητας, γαλακτοκομικά προϊόντα.
Κερκυραϊκές φράουλες: ποικιλία από μικροσκοπικές φράουλες (σαν αγριοφράουλες) με υπέροχο άρωμα. Αξίζει τον κόπο να τις αναζητήσετε την εποχή του (Μάϊος).
Τοπικές ιδιαιτερότητες
Κουμ-κουάτ: ο καρπός του δέντρου citrus Japonica, που ήρθε από την Ιαπωνία μόλις το 1846 και φυτεύτηκε πειραματικά στην Κέρκυρα, από τους Εγγλέζους. Έκτοτε τα παρασκευάσματά του λικέρ, φρουί γκλασέ και γλυκό του κουταλιού, πωλούνται σε κάθε μαγαζί και τα αγοράζουν οι πάντες.
Τσιτσιμπύρα:το σήμα κατατεθέν των Επτανήσων από την εποχή των Εγγλέζων, φτιάχνεται σήμερα μόνο στην Κέρκυρα. Με χυμό λεμονιού, φυσικό λεμονέλαιο, τριμμένο τζίντζερ άριστης ποιότητας, νερό και ζάχαρη. Μία μικρή βιοτεχνία του νησιού "ζυμώνει" στα καζάνια της το ιστορικό αναψυκτικό. Νοστιμότατη και ξεδιψαστική, κυκλοφορεί στα καφενεία από το Πάσχα ως το Φθινόπωρο και λόγω της μεγάλης ζήτησης θα την πιείτε φρέσκια. Οι υπεύθυνοι παρασκευής, βεβαιώνουν ότι μπορεί να διατηρηθεί για ένα χρόνο μέσα σε ψυγείο, ενώ έχει διαπιστωθεί πολύ μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Έχει βρεθεί μπουκάλι με τσιτσιμπύρα 40 χρόνων μέσα σε πηγάδι, όπου τότε συνήθιζαν να τις αποθηκεύουν.
Συκομαϊδα: ή συκόπιτα, φτιαγμένη από μούστο και ξεραμένα σύκα κι αρωματισμένη με γλυκάνισο, πιπέρι και ούζο, πουλιέται ακόμη σε λιγοστά μανάβικα της πόλης ως επιδόρπιο το οποίο μπορεί να συνοδέψει και ουζάκι.
Όμηρα: είναι ένα χορταρικό που μοιάζει με μάραθο, φυτρώνει στα βράχια της θάλασσας και στα ψαροχώρια συνηθίζουν να το κόβουν και να το σερβίρουν με λαδόξιδο για σαλάτα.
Τζίντζολα ξερή: αποξηραμένα τζίτζιφα με σταφίδες και σουσάμι που σερβίρεται ως επιδόρπιο σε όσους δεν τελείωσαν το κρασί τους.
Φαγητό
Με τυπικά μεσογειακά χαρακτηριστικά (κοινή βάση το λάδι, τα λαχανικά και τα ζυμαρικά που συνοδεύονται από μυρωδικά όπως: το σκόρδο, ο μαϊντανός και μπαχαρικά όπως: το πιπέρι, το κοκκινοπίπερο, η κανέλλα και το γαρύφαλλο), η κερκυραϊκή κουζίνα αναδεικνύει τις ξεχωριστές πολιτιστικές επιδράσεις που δέχτηκε το νησί. Άλλωστε ένας πολιτισμός είναι εύκολα αναγνωρίσιμος στους τρόπους διατροφής και εκείνους της παρασκευής του φαγητού και των εδεσμάτων.
Η αστική κουζίνα (της χώρας όπως συνηθίζεται να λέγεται), έχει καθαρά βενετσιάνικες επιρροές. Οι μανέστρες, τα σπαγγέτα, οι τρόποι μαγειρέματος των ψαρικών και των κρεατικών, κάποια χαρακτηριστικά γλυκά όπως: η φογάτσα, οι μάντολες, το μαντολάτο, οι κολομπίνες, ακόμα και τα σταφιδόψωμα (κλασσικά απαραίτητο πρόγευμα "μαρέντα" των παιδιών για το σχολείο μέχρι πρόσφατα).
Από την Αναγέννηση η Βενετία ήταν το ευρωπαϊκό κέντρο διακίνησης των μπαχαρικών και της ζάχαρης. Έτσι η μελετημένη χρήση των μπαχαρικών από τους Κερκυραίους, έχει βαθιές ρίζες. Το ίδιο και η χρήση της ζάχαρης για την παρασκευή γλυκών και εδεσμάτων, αποτελεί παράδοση που εξελίχθηκε κυρίως στα τέλη του 19ου αι. όταν η Κέρκυρα έγινε θέρετρο αναψυχής και ο τόπος εξοχικής κατοικίας της Βασιλικής οικογένειας. Με την παραμονή της τελευταίας στην πόλη, έγιναν γνωστές "αυστριακές τεχνικές παρασκευής ειδών ζαχαροπλαστικής, όπως οι γνωστές τούρτες μπαβαρουάζ, νουγκατίνα, σοκολατίνες κ.λ.π. και οι γνωστές σε όλους μας "πάστες".
Τα 50 χρόνια της "Αγγλικής Προστασίας" είχαν λιγοστές επιδράσεις. Οι Άγγλοι άφησαν μόνο μερικά γλυκά και την "τσιτσιμπύρα". Το χρονικό διάστημα που παρέμειναν οι Γάλλοι ήταν πολύ μικρό για να αφήσει επιρροές.
Η κουζίνα της υπαίθρου ήταν φτωχική και με περιορισμένα γεωργικά προϊόντα, μια και οι Βενετοί είχαν επιβάλλει τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς στο νησί. Το κρασί όμως ήταν πάντοτε άφθονο. Το καλαμπόκι, η ντομάτα, τα φασόλια, οι πατάτες και οι πιπεριές έγιναν αργότερα γνωστά. Η Κερκυραϊκή γη, ιδιαίτερα εύφορη, προσδίδει ιδιόμορφη νοστιμιά σε όλα τα ντόπια οπωροκηπευτικά που άρχισαν να γίνονται γνωστά.
Η Ελληνική κουζίνα και κυρίως η κουζίνα Τουρκικής προέλευσης διαδίδεται με τους Ηπειρώτες που έρχονται από την Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Στην πραγματικότητα όμως η μαζική διάδοση της κλασσικής Ελληνικής κουζίνας πραγματοποιείται μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ορισμένα χαρακτηριστικά πιάτα της Κερκυραϊκής κουζίνας:
Κρεατικά
Παστιτσάδα: (Βενετσιάνικης προέλευσης), είναι το πιο δημοφιλές φαγητό στην Κέρκυρα και προσφέρεται σε επίσημα γεύματα και γιορτές. Η σπιτική παστιτσάδα στην πόλη γίνεται με μοσχαρίσιο κρέας (συνήθως μπούτι) παραγεμισμένο με λεπτοκομμένο σκόρδο μαϊντανό και αλατοπίπερο. Στη σάλτσα ντομάτας χρησιμοποιούνται λάδι, κρεμμύδι, κανέλα, γαρύφαλλο (μπρόκες) και αλατοπίπερο. Σερβίρεται με χονδρά μακαρόνια. Η χωριάτικη παστιτσάδα γινεται με κόκορα, λέγεται δε ότι είναι καλομαγειρεμένη, μόνον όταν η σάλτσα είναι τόσο πηκτή που να αφήνει κόκκινα μουστάκια. Υπάρχουν ακόμα και παραλλαγές παστιτσάδας με ψαρικά. Μια από τις πιο εκλεπτυσμένες εκδοχές είναι ο "αστακός παστιτσάδα". Το συγκεκριμένο πιάτο αξίζει να το αναζητήσετε.
Σοφρίτο: (Βενετσιάνικης προέλευσης), λεπτές φέτες μοσχαρίσιου κρέατος στην κατσαρόλα με άσπρη σάλτσα, ψιλοκκομένο σκόρδο, μαϊντανό, άσπρο πιπέρι και ξύδι.
Σερβίρεται με πουρέ πατάτας ή ρύζι.
Ψαρικά
Μπουρδέτο: (Βενετσιάνικο), συνήθως σκορπιός ή γαλέος με κόκκινη καυτερή σάλτσα (πολύ κοκκινοπίπερο και καυτερή πιπεριά) που σβήνεται στο τέλος με χυμό φρέσκου λεμονιού. Το καλύτερο "μπουρδέτο" φτιάχνεται στο Μαντούκι.
Σαβόρο ή Σαβούρο: (παραδοσιακό Βενετσιάνικο "Sardine in soor"), φαγητό των ναυτικών, πρόκειται για μικρά τηγανητά ψάρια, συνήθως σαρδέλες αλλά και γόπες ή μεγάλες μαρίδες, μαριναρισμένες σε άσπρη σάλτσα με ψιλοκομμένο σκόρδο, δεντρολίβανο, ξύδι και μαύρες σταφίδες. Το καλό σαβούρο λέγεται ότι πρέπει να έχει διατηρηθεί τουλάχιστον για μια εβδομάδα.
Μπιάνκο: (Βενετσιάνικο). Μπιάνκο θα πει άσπρο στα ιταλικά και πρόκειται συνήθως για μπακαλιάρο ή γαλέο με πατάτες στην κατσαρόλα με άσπρη σάλτσα. Η σάλτσα: ψιλοκκομένο σκόρδο, μαϊντανός, χυμός λεμονιού και βέβαια πιπέρι.
Μπακαλιάρος με αγιάδα: (agllo θα πει σκόρδο στα ιταλικά, εξ"ου και η αγιάδα), πρόκειται για το γνωστό τηγανητό μπακαλιάρο με σκορδαλιά. Η διαφορά στον τρόπο μαγειρέματος από την υπόλοιπη Ελλάδα έγκειται στην παρασκευή της σκορδαλιάς: πρόκειται για σκορδαλιά από αμύγδαλα, ψωμί, λάδι και ξύδι.
Στακοφύσι: (γνωστό από την εποχή των Βενετσιάνων νωρίς το Μεσαίωνα, μόνο το όνομα είναι δανεισμένο από την Αγγλική stock-fish. Πρόκειται για τον "ξερό" (αποθηκευμένο ξεραμένο) μπακαλιάρο, που για να φαγωθεί τον αφήνουν σε ανανεούμενο θαλασσινό νερό. Σωταρισμένα κομμάτια μπακαλιάρου με κρεμμύδι και κοκκινοπίπερο μαγειρεύονται στην κατσαρόλα με σάλτσα ντομάτας και πράσα. Ήταν η εκδοχή του μπουρδέτου για τους πλουσίους.
Πουλερικά
Σούπα αυγολέμονο: από κόκορα ή κότα (ελεύθερης βοσκής), γίνεται και από κρέας μοσχαρίσιο ή και συνδυασμό. Είναι το παραδοσιακό κερκυραϊκό φαγητό της Κυριακής του Πάσχα (πριν την εδραίωση του αρνιού στη σούβλα), αλλά και των Χριστουγέννων (σε αυτήν την περίπτωση προσθέτονται οι φτερούγες και ο λαιμός της γαλοπούλας για περισσότερη νοστιμιά). Για να είναι καλό το αυγολέμονο, πρέπει να έχουν "χτυπηθεί" πολύ καλά, ξεχωριστά.
Κότα μπολίδα παραγιομιστή: Στα κορφιάτικα σπίτια την "πρώτη του χρόνου. Κοτόπουλο που προηγουμένως παίρνει μερικές βράσεις στην κατσαρόλα για την παρασκευή της σούπας, μετά ψήνεται στο φούρνο, Πρόκειται για το παραδοσιακό ελληνικό πιάτο της Πρωτοχρονιάς, με παραλλαγή σίγουρα στη γέμιση του πουλερικού.
Εντόσθια
Χορδές ή γαρδούμπες: (χορδήν έτρωγαν οι αρχαίοι Έλληνες χορδούσιν οι Βυζαντινοί, γαρδούμπες οι Νεοέλληνες). Εντόσθια αρνιού (σικώτι, γλυκάδια, πνευμόνια) πλεγμένα και δεμένα κόμπο με αρνίσια έντερα πασπαλισμένα με πολύ πιπέρι, ρίγανη, λάδι και λεμόνι στο φούρνο ή στα κάρβουνα. Από τους νοστιμότερους μεζέδες στις παλιές μπυραρίες.
Τσιλίχουρδα: (από τις χορδές που είναι τα έντερα του αρνιού) παραλλαγή της παραδοσιακής πασχαλινής μαγειρίτσας. Η διαφορά από την υπόλοιπη Ελλάδα: δεν πρόκειται για σούπα, είναι τα εντόσθια το αρνιού πιο χονδροκομμένα από εκείνα της μαγειρίτσας με πηχτή σάλτσα αυγολέμονο χωρίς ρύζι.
Φιγαδέλια: (figa, είναι το συκώτι στα Βενετσιάνικα), πρόκειται για ακόμη άλλο ένα νοστιμότατο μεζέ. Κομμάτια μοσχαριού συκωτιού περιτυλιγμένα σε "μπόλια" αρνίσια, αφού προηγουμένως πασπαλιστούν με μυρωδικά και μπαχαρικά: ψιλοκομμένο σκόρδο, ρίγανη, αλατοπίπερο και κανέλλα, γίνονται ψητά στα κάρβουνα.
Συκώτι τηγανητό: Συκώτι τηγανητό με κρεμμύδια σε ροδέλες, σβησμένο με κρασί και πασπαλισμένο με ψιλοκομμένο μαϊντανό.
Λαχανικά
Μελιτζάνες παστρόκιο: (στο φούρνο) μελιτζάνες τηγανιτές, πασπαλισμένες με τυρί (κεφαλοτύρι τριμμένο) σε στρώσεις, ανάμεσα αυγά βραστά σε ροδέλες, παντσέτα ή χοιρομέρι, σαλάδο, περιχυμένες με σάλτσα ντομάτας. Για τη σάλτσα: ντομάτα, κρεμμύδι, λάδι, λίγη ζάχαρη, βασιλικός.
Κολοκυθοπερίσταση: (στο φούρνο) κολοκύθια, μελιτζάνες, πατάτες, ντομάτες, κομμένα σε ροδέλες με λάδι, αλατοπίπερο και μαϊντανό ψιλοκομμένο. Μια παραλλαγή του μπριάμ.
Τσιγαρέλι: αγριόχορτα τσιγαριστά με ψιλοκομμένο σκόρδο και κόκκινο καυτερό πιπέρι.
Αγριολάχανα: (άγρια χόρτα): τυπικό καθημερινό φαγητό αγροτικής οικογένειας. Αφού τα βράσουν τα σερβίρει η νοικοκυρά σε βαθύ πιάτο μαζί με το ζουμί τους (τον λεγόμενο θερμό) προσθέτοντας από πάνω πολύ λεμόνι, φρέσκο λάδι και κρασί. Η παράδοση θέλει τον αγρότη να πίνει τη σούπα αυτή και μετά να ανανεώνει το λάδι και το λεμόνι και να απολαμβάνει τα αγριολάχανα πίνοντας 2-3 κούπες κρασί (απ"το ποτήρι αυτή τη φορά).
Ρόκα ή Ρούκαλα: (όμορφη πολύχρωμη δροσερή σαλάτα) Φρέσκα φύλλα ρόκας, φέτες κρεμμύδι, λάδι, αλάτι, ξύδι, φέτες ντομάτας σε ροδέλες και λίγες ελιές.
Όσπρια
Φασούλια με πετσαλίνα: (Βενετσιάνικο) πρόκειται για φασόλια με χοιρομέρι (πηχτή σούπα). Στην κατσαρόλα φασόλια ξερά, λάδι, κρεμμύδι, χοιρομέρι σε κύβους, δεντρολίβανο και αλατοπίπερο, προαιρετικά ζωμό ντομάτας.
Ζυμαρικά - Ρύζια ή Ριζότα
Τα σπαγέτα και οι μανέστρες, όπως και στην Ιταλία σερβίρονται σαν πρώτο πιάτο ενός γεύματος.
Μανέστρα κολοπίμπιρι: κριθαράκι με κόκκινη σάλτσα, κανέλλα, γαρύφαλλα και πολύ κοκκινοπίπερο.
Παστίτσιο της νόνας: (νόνα είναι η γιαγιά) πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα εκδοχή παστίτσιου με φύλλα στο φούρνο. Η διαφορά από την υπόλοιπη Ελλάδα έγκειται κατ" αρχήν στο ότι τα μακαρόνια είναι περιτυλιγμένα σε φύλλα σαν πίτα, αλλά κυρίως στο ότι αντί για κιμά, τα μακαρόνια (χονδρά και μακριά) ανακατεύονται με αυγά χτυπημένα , τυρί τριμμένο, "σούγο" (σάλτσα) από κοτόπουλο ή κρέας ρόστο, ανάμεσα λίγο μπίζι (μπιζέλια), χοιρομέρι και ψιλοκομμένα κομμάτια κοτόπουλου και κρέατος αρνίσιου ή μοσχαρίσιου, προαιρετικά αυγά βραστά και σαλάδο. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για περισσεύματα φαγητών ξαναζεσταμένα (ριμπολίδα) που οι σοφές νόνες ήξεραν πολύ καλά να μην πάνε χαμένα. Αποτελούσε συνήθως το πρώτο πιάτο ενός κυριακάτικου μεσημεριανού γεύματος σε μεγάλη οικογενειακή συγκέντρωση ολόκληρης της οικογένειας.
Πίτα με ρύζι: ιδιόμορφη εκδοχή πίτας με ανοιγμένο φύλλο ζύμης, ρύζι και ψιλοκομμένα κομμάτια αρνί σοταρισμένα με βούτυρο, κρεμμύδι, πιπέρι, μοσχοκάρυδο, κανέλλα και ψιλοκομμένο μαϊντανό. Η πίτα πριν μπει στο φούρνο περιχύνεται με 2 αυγά χτυπημένα, 1 ποτήρι γάλα και αλατοπίπερο.
Γλυκά-Παγωτά
Από παλιά η Κέρκυρα φημιζόταν για το καλό γλυκό και το παγωτό της. Μαγαζιά εποχής, είχαν "μυστικές συνταγές" και ο απογευματινός περίπατος συνήθως, κατέληγε σε κάποιο καφεζαχαροπλαστείο για μόκα ή κασάτο. Τα παγωτά φτιάχνονταν με φρούτα εποχής, όπως οι φραουλίτσες (μικρές αρωματικότατες φράουλες), οι γιαρμάδες και τα βερίκοκα.
Επίσης, υπάρχει το φοβερό παγωτό κρέμα με την παχιά, γεμάτη βούτυρο γεύση του, η σοκολάτα και η μόκα με σαντιγί. Ο Αντρανίκ στα Μουράγια, ο Ζήσιμος στο Λιστόν, και ο Τσιμής στην Καποδιστρίου έφτιαχναν μόνοι τους, με αυτές τις περίφημες "μυστικές συνταγές", τα καλύτερα παγωτά.
Μαντολάτο: γλύκισμα φτιαγμένο με ταχίνι, μέλι και ολόκληρα αμύγδαλα.
Κέικ: συνήθως με φρούτα (μεταξύ των οποίων και περγαμόντο), γνωστά ως plum cake.
Πάστα φλόρα: καθημερινό, "εύκολο" γλυκό με ζύμη και μαρμελάδα, ευρέως διαδεδομένο στα Επτάνησα.
Πουτίγκα: η εμφανής βρετανική επιρροή. Οι καλές νοικοκυρές, δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στη χριστουγεννιάτικη πουτίγκα, της οποίας η προετοιμασία ξεκινάει ένα μήνα πριν!
Φογάτσα: ένα είδος τσουρεκιού βενετσιάνικης προέλευσης, που θα βρείτε ακόμα και σήμερα, σε παραδοσιακούς φούρνους του νησιού και της πόλης.
Κρέμες και ρυζόγαλα: νόστιμα και φρεσκοφτιαγμένα, κάτι που σπανίζει πια στη σύγχρονη Ελλάδα, υπάρχουν σε πολλά γαλακτοπωλεία της πόλης.
Τηγανίτες τ' Αγιού: πρόκειται για τους πασίγνωστους λουκουμάδες, που παραδοσιακά φτιάχνονταν ευρέως στην Κέρκυρα. Τώρα δε φτιάχνονται παρά στη γιορτή του Αγίου Σπυρίδωνα, οπότε και θα τις βρείτε παντού, γιατί το έθιμο τις απαιτεί. Παλαιότερα, στο δρόμο δίπλα από την εκκλησία του Αγίου, υπήρχαν 2-3 μαγαζιά που πουλούσαν τις τηγανίτες σε λαδόκολλα.
Κολομπίνα: χριστόψωμο σε σχήμα περιστεριού, που συνηθιζόταν πολύ στα χρόνια των Βενετσιάνων.
Μάντολες: καβουρδισμένο και καραμελωμένο αμύγδαλο, θα το βρείτε ακόμα και σήμερα σε πολλά ζαχαροπλαστεία της πόλης.