Απόψεις ΤΚ/ΤΕΕ
για το «Ειδικό πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού
& Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό»
Η Διοικούσα Επιτροπή του Περιφερειακού Τμήματος Νομού Κέρκυρας του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΚ/ΤΕΕ), μετά από εισήγηση της Μόνιμης Επιτροπής του για τον Πολεοδομικό & Χωροταξικό Σχεδιασμό, αφού μελέτησε το σχέδιο της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) που αφορά στην έγκριση του ειδικού πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης για τον τουρισμό και τη γνωμάτευση της Επιτροπής Χωροταξίας της ΕΝΠΕ, κατέληξε στις παρακάτω απόψεις, τις οποίες γνωστοποίησε ήδη στον Αντιπεριφερειάρχη Ιονίων Νήσων κ. Χρ. Σκούρτη.
Βασικό χαρακτηριστικό του πλαισίου αυτού είναι η οργάνωση του χώρου με στόχο την εντατική ανάπτυξη μαζικού τουρισμού με την πλήρη εκμετάλλευση των τουριστικών δυνατοτήτων κάθε περιοχής, διατηρώντας και αναπτύσσοντας χωρικούς μηχανισμούς για την ανάπτυξη τουριστικών εγκαταστάσεων μεγάλης κλίμακας.
Εξετάζοντας το σχέδιο της ΚΥΑ, κατ΄ άρθρο, παρατηρούνται τα παρακάτω:
Στο πρώτο άρθρο αναφέρεται ο σκοπός εκπόνησης του ειδικού πλαισίου, που είναι η παροχή κατευθύνσεων κανόνων και κριτηρίων για τη χωρική διάρθρωση, οργάνωση και ανάπτυξη του τουρισμού στον ελληνικό χώρο.
Στο δεύτερο άρθρο αναφέρονται οι στόχοι του ειδικού χωροταξικού, όπως η περιβαλλοντική αναβάθμιση, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού προϊόντος, η διάχυση ανάπτυξης του τουρισμού σε περισσότερες γεωγραφικές περιοχές και σε επιπλέον τομείς της οικονομίας και τέλος, η προώθηση της αειφόρου και ισόρροπης ανάπτυξης της χώρας σύμφωνα με τις φυσικές, πολιτιστικές, οικονομικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής.
Το τρίτο άρθρο αναφέρεται σε ορισμούς, όπως «τουριστική ταυτότητα» «μαζικός τουρισμός», «ειδική - εναλλακτική μορφή τουρισμού», «ήπιος τουρισμός», «υψηλή συγκέντρωση τουρισμού» , «παράκτιος χώρος», «τουριστικός πόρος», «αποδεκτό επίπεδο υποδομών και εγκαταστάσεων» και «οργανωμένος υποδοχέας τουριστικών δραστηριοτήτων».
Στο τέταρτο άρθρο υπάρχει η κατηγοριοποίηση του χώρου που αντιμετωπίζεται βάσει της έντασης και του είδους της τουριστικής ανάπτυξης,
της γεωμορφολογίας και της ευαισθησίας των πόρων του. Η κατηγοριοποίηση δεν θεωρείται επιτυχημένη καθώς παρατίθεται μια συγκεχυμένη επικάλυψη κατηγοριών χώρου, με διαφορετικά κριτήρια, από τα οποία λείπει η σύνθεση.
Στο πέμπτο άρθρο δίνονται κατευθύνσεις χωρικής οργάνωσης κατά περιοχή και εισάγονται κανονιστικές διατάξεις που αφορούν στα όρια αρτιότητας και οικιστικής πυκνότητας για κάθε περιοχή αντίστοιχα. Οι στρατηγικές
κατευθύνσεις που δίνονται κατά περιοχή, είναι πολύ αναλυτικές και εξειδικευμένες, ενώ λείπουν οι βασικοί κατευθυντήριοι άξονες ως προς το
είδος και την ένταση της επιθυμητής ανάπτυξης. Σε αυτό το σημείο επισημαίνεται ότι το ειδικό χωροταξικό πλαίσιο θα πρέπει να παίζει το ρόλο ενός κατευθυντήριου μηχανισμού προώθησης εθνικής πολιτικής και δεν θα πρέπει να αποτελεί εργαλείο καθορισμού όρων δόμησης και αρτιοτήτων, καθώς αυτά καθορίζονται κυρίως από Προεδρικά Διατάγματα και αποφάσεις που θα ακολουθήσουν.
Στο έκτο άρθρο δίνονται κατευθύνσεις για την χωρική οργάνωση και ανάπτυξη ειδικών μορφών τουρισμού, διατυπώνονται κανόνες οργάνωσης, κριτήρια επιλογής περιοχών χωροθέτησης, προϋποθέσεις για την άσκηση ειδικών τουριστικών δραστηριοτήτων, κατευθύνσεις καθώς και προτεραιότητες χωρικής ανάπτυξης. Στις εναλλακτικές μορφές τουρισμού περιλαμβάνονται ο «συνεδριακός – εκθεσιακός τουρισμός», ο «αστικός τουρισμός», ο «θαλάσσιος τουρισμός – κρουαζιέρα, γιώτινγκ, αλιευτικός και καταδυτικός», ο «πολιτισμικός τουρισμός – θρησκευτικός», ο «αθλητικός τουρισμός- γκολφ, χιονοδρομικά, σπορ στο βουνό», ο «ιαματικός – θεραπευτικός τουρισμός» και ο «τουρισμός της υπαίθρου». Εντύπωση προκαλεί ότι δεν λαμβάνεται ειδική μέριμνα προστασίας για τις περιοχές natura για την περίπτωση του τουρισμού της υπαίθρου αλλά και η προώθηση ειδικής στρατηγικής για την ανάπτυξη του γκολφ.
Το έβδομο άρθρο αναφέρεται στις ειδικές και τεχνικές υποδομές, δηλαδή σε επιθυμητά έργα που πρέπει να εκτελεστούν και στις αναγκαίες υποδομές (ενέργεια, ύδρευση, τηλεπικοινωνίες) για την ανάπτυξη του τουρισμού. Το ειδικό πλαίσιο δεν εξετάζει όμως αν τα επιθυμητά έργα είναι εντεταγμένα σε τρέχοντα οικονομικά προγράμματα. Επιπλέον, θα πρέπει να προσδιοριστεί αν η εξασφάλιση αυτών των υποδομών αποτελεί προϋπόθεση για την τουριστική ανάπτυξη ή υποχρεούμαστε να τα παρέχουμε κατά προτεραιότητα, στο βωμό της τουριστική ανάπτυξης.
Το όγδοο άρθρο πραγματεύεται τις κατευθύνσεις που πρέπει να ακολουθήσουν οι τουριστικές εγκαταστάσεις που αναπτύσσονται σε
κατηγορίες χώρου με ειδικά καθεστώτα, ενώ ασχολείται και με την επίλυση των συγκρούσεων του τουρισμού με άλλες παραγωγικές χρήσεις. Το ειδικό χωροταξικό, ενώ αναγνωρίζει γενικά τους περιορισμούς χρήσεων γης, που επιβάλει η κείμενη νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος, εξαιρεί τις τουριστικές υποδομές μεγάλης κλίμακας π.χ. στην αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας.
Το ένατο άρθρο αναφέρεται στους οργανωμένους χωρικούς υποδοχείς τουριστικών δραστηριοτήτων που ορίζονται ως περιοχές που οριοθετούνται
και πολεοδομούνται ως Περιοχές Οργανωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.) ή Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Παραγωγικών Δραστηριοτήτων Τουρισμού (Π.Ο.Α.Π.Δ.), αποκλειστικής ή μεικτής χρήσης, ή Συνθετικά Τουριστικά Καταλύματα (Σ.Τ.Κ.), ή δημόσια ακίνητα τουριστικού προορισμού (εφόσον πολεοδομούνται). Οι υποδοχείς κατηγοριοποιούνται ανάλογα με το μέγεθός τους από 20-150 στρ. οι μικροί , 150-800 στρ. οι μεσαίοι και περισσότερο από 800 στρ. οι μεγάλοι και ανάλογα την περίπτωση ορίζονται συντελεστές δόμησης και κάλυψης. Σε κάθε περίπτωση γίνεται ειδική μνεία στην αξιολόγηση των επενδυτικών προτάσεων προκειμένου να συνεργούν και σε άλλους τομείς της τοπικής οικονομίας αλλά και ενίσχυσης του τοπικού πολιτιστικού στοιχείου.
Το δέκατο άρθρο περιλαμβάνει τις κατευθύνσεις του βασικού σχεδιασμού που δεν περιλαμβάνονταν στα υπόλοιπα άρθρα και προτάσεις για την τροποποίηση των στόχων και των στρατηγικών της ισχύουσας νομοθεσίας, δημιουργώντας μια σύγχυση αναφορικά με τον τρόπο αλλαγής αλλά και τη μεθοδολογία.
Το ενδέκατο άρθρο αναφέρεται στο πρόγραμμα δράσης και χρηματοδότησης. Δεν αναφέρεται όμως σε κόστος και χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης των αναγκαίων μέτρων, με εξαίρεση ένα γενικόλογο διαχωρισμό σε μέτρα άμεσης προτεραιότητας αλλά και 2ης προτεραιότητας. Δεν αναφέρονται οι προϋπολογισμοί των έργων όπου απαιτούνται αλλά ούτε και ορίζονται συγκεκριμένοι δείκτες που να μπορούν να μετρήσουν την απόδοση της εφαρμογής των μέτρων προκειμένου να μπορεί να ελέγχεται η αποδοτικότητα των στόχων του ειδικού πλαισίου.
Το δωδέκατο άρθρο περιλαμβάνει μεταβατικές διατάξεις και τον καθορισμό των νησιών που περιλαμβάνονται στην Ομάδα ΙΙ - Ανεπτυγμένα και αναπτυσσόμενα τουριστικά νησιά του τετάρτου άρθρου (στην ομάδα αυτή κατατάσσεται και η Κέρκυρα).
Η περίπτωση της Κέρκυρας
Με το προτεινόμενο ειδικό χωροταξικό η Κέρκυρα κατατάσσεται στην Ομάδα ΙΙ Ανεπτυγμένα και αναπτυσσόμενα τουριστικά νησιά. Στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται νησιά με σημαντική τουριστική δραστηριότητα ή αναπτυσσόμενα, νησιά με σημαντική εξάρτηση απ’ τον τουρισμό (χωρίς άλλη ιδιαίτερη παραγωγική δυνατότητα), άλλα που εμφανίζουν κατά περίπτωση
έντονες συγκρούσεις γης και πιέσεις σε φυσικούς και ανθρωπογενείς πόρους. Τα τμήματα των νησιών που δεν εντάσσονται στις περιοχές με περιθώρια ανάπτυξης ποιοτικού τουρισμού και στις δυναμικά ανεπτυγμένες τουριστικές
περιοχές προσδιορίζονται από τα Περιφερειακά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού.
Κατευθύνσεις
Οι στρατηγικές κατευθύνσεις της χωρικής οργάνωσης της κατηγορίας είναι:
Αντιμετώπιση συγκρούσεων μεταξύ των δραστηριοτήτων.
Έλεγχος των περιβαλλοντικών πιέσεων και του είδους της ανάπτυξης.
Προώθηση μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας και βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας των εγκαταστάσεων (προώθηση ΑΠΕ, βιοκλιματικών μεθόδων σχεδιασμού κ.ά.).
Μέριμνα για την αποτροπή της μονόπλευρης εξάρτησης από τον τουρισμό.
Ένταξη υποδομών και εγκαταστάσεων ειδικών-εναλλακτικών μορφών τουρισμού στο προσφερόμενο προϊόν, με μέριμνα για την προστασία των φυσικών και ανθρωπογενών πόρων στην περιοχή ανάπτυξής τους.
Προγράμματα ενίσχυσης υφιστάμενων μη κύριων τουριστικών καταλυμάτων για την αναβάθμιση ποιοτικών και λειτουργικών χαρακτηριστικών και μετατροπής τους σε κύρια καταλύματα.
Ρυθμίσεις
Οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο ειδικό χωροταξικό για τα νησιά της ομάδας ΙΙ είναι:
Αναβάθμιση υφιστάμενων μονάδων τουλάχιστον τριών αστέρων, με δυνατότητα επέκτασης και με συμπληρώσεις σε ειδικές τουριστικές εγκαταστάσεις.
Εντός σχεδίου, εντός ορίων οικισμών και εντός ζωνών χρήσεων γης που επιτρέπουν τη χωροθέτηση τουριστικών δραστηριοτήτων: Κατασκευή νέων καταλυμάτων μέχρι 100 κλίνες. Ο περιορισμός αυτός δεν ισχύει στις νήσους Κρήτη, Κέρκυρα και Ρόδο και στα οικιστικά κέντρα των νησιών της ομάδας αυτής με πληθυσμό κατά την τελευταία απογραφή μεγαλύτερο των 10.000 κατοίκων.
Εκτός σχεδίου και εκτός ορίων οικισμών περιοχές:
α) Δυνατότητα χωροθέτησης νέων τουριστικών δραστηριοτήτων μόνο εντός οργανωμένων υποδοχέων.
β) Μέχρι τον καθορισμό των ζωνών από τον υποκείμενο σχεδιασμό, επιτρέπεται η κατασκευή κύριων τουριστικών καταλυμάτων 4 ή 5 αστέρων,
με όριο αρτιότητας δεκαπέντε (15) στρέμματα και μέγιστη πυκνότητα 9 και 8 κλίνες / στρέμμα αντίστοιχα.
γ) Δυνατότητα ανάπτυξης οργανωμένων κατασκηνώσεων (camping).
Ρύθμιση οργανωμένων υποδοχέων για τα νησιά των Ομάδων Ι και ΙΙ:
Η μέγιστη επιφάνεια για τη χωροθέτηση οργανωμένων υποδοχέων (ΟΥ) του άρθρου 9 του παρόντος στα νησιά των Ομάδων Ι και ΙΙ, καθορίζεται ως εξής:
Σε ποσοστό 0.2% της έκτασης του νησιού για νησιά με έκταση μεταξύ 90 και 100 τ.χλμ.
Σε ποσοστό 0.15% της έκτασης του νησιού για νησιά με έκταση μεταξύ 101 και 150 τ.χλμ.
Σε ποσοστό 0.1% της έκτασης του νησιού για νησιά με έκταση μεταξύ 151 και 800 τ.χλμ.
Δεν είναι δυνατή η χωροθέτηση Ο.Υ. σε νησιά των Ομάδων Ι και ΙΙ με έκταση μικρότερη των 90 τ.χλμ.
Ειδικές Μορφές – Εναλλακτικές μορφές τουρισμού
Οι ειδικές μορφές τουρισμού, οι οποίες προτείνονται για την Κέρκυρα, είναι ο αστικός τουρισμός και ο αθλητικός τουρισμός με την κατηγορία Γκολφ.
Οι στρατηγικές ανάπτυξης για τον αστικό τουρισμό είναι:
Υποστήριξη του ρόλου των πόλεων ως αυτόνομων προορισμών τουρισμού σύντομης διάρκειας.
Ανάδειξη και αναβάθμιση των ιστορικών κέντρων, μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και λοιπών αξιόλογων στοιχείων του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος των ανωτέρω αστικών κέντρων.
Δικτύωση βάσει θεματικών ενοτήτων π.χ. κοινή ιστορία, αρχιτεκτονική, τοπική παραγωγή, κ.α.
Εμπλουτισμός των παρεχόμενων υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, όπως μουσεία, εκθετήρια, σύγχρονες εγκαταστάσεις πληροφόρησης, φεστιβάλ και άλλες θεματικές εκδηλώσεις.
Εκσυγχρονισμός και βελτίωση της ποιότητας του ξενοδοχειακού δυναμικού των παραπάνω αστικών περιοχών με κατασκευή νέων καταλυμάτων 4 και 5 αστέρων, επανάχρηση του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος οποιασδήποτε χρήσης με τη μετατροπή του σε τουριστικά καταλύματα και υποστηρικτικές χρήσεις και οργανωμένους χωρικούς υποδοχείς στις ευρύτερες περιοχές των πόλεων.
Απόσυρση καταλυμάτων με τις διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν.
Κατάλληλη σήμανση και ενημέρωση των επισκεπτών για τη θέση και το περιεχόμενο των τουριστικών πόρων και εξασφάλιση εύκολης πρόσβασης σε αυτούς.
Αναβάθμιση του ρόλου των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς.
Βελτίωση της κυκλοφορίας και της ασφάλειας των πεζών.
Οι στρατηγικές ανάπτυξης για τον αθλητικό τουρισμό είναι:
Δημιουργία εγκαταστάσεων γκολφ στις ευρύτερες περιοχές των μεγάλων αστικών κέντρων που αποτελούν τουριστικούς προορισμούς, καθώς και ως μορφή ειδικής τουριστικής υποδομής που συνδυάζεται με ξενοδοχειακά καταλύματα και οργανωμένους υποδοχείς τουρισμού.
Αναβάθμιση των ήδη υπαρχόντων γηπέδων γκολφ και δημιουργία δικτύων γηπέδων στην ίδια ευρύτερη περιοχή, με στόχο τη δημιουργία «τουριστικού προορισμού γκολφ».
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η Κέρκυρα δεν περιλαμβάνεται στις πόλεις που εντάσσονται στις στρατηγικές του «Τουρισμού κρουαζιέρας» παρότι διαθέτει λιμάνι που αυτή τη στιγμή εξυπηρετεί κρουαζιερόπλοια.
Συμπεράσματα:
Το προτεινόμενο σχέδιο δεν αποτιμά τις πολιτικές που έχουν εφαρμοστεί παλαιότερα και αφορούν στον τουρισμό, προκειμένου να μπορεί να τεκμηριώσει τα αποτελέσματα που παραλαμβάνουμε από την εφαρμογή όλων των πολιτικών για τον τουρισμό που έχουν ήδη εφαρμοστεί. Επίσης δεν θέτει άξονες – δείκτες μέτρησης της απόδοσης των μέτρων που προτείνονται, προκειμένου να είναι μετρήσιμα τα αποτελέσματα του σχεδιασμού σε κάποιο χρονικό διάστημα.
Η κατηγοριοποίηση του εθνικού χώρου γίνεται με ένα συγκεχυμένο τρόπο. Μια περιοχή μπορεί να διαθέτει περιοχές με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά ή δυνατότητες και να μπορεί να εντάσσεται σε παραπάνω από μία κατηγορίες. Η εναπόθεση της τελικής κατάταξης όλων των επί μέρους περιοχών στα ειδικά περιφερειακά σχέδια και τις αναθεωρήσεις τους αναδεικνύουν την αδυναμία. Επίσης ο νησιωτικός χώρος ομογενοποιείται με δραματικό τρόπο. Νησιά που δεν παρουσιάζουν ομοιότητες κατατάσσονται στις ίδιες κατηγορίες. Η Κέρκυρα κατατάσσεται στην ομάδα ΙΙ μαζί και με την Κάσο, την Κέα, την Φολέγανδρο ή την Αστυπάλαια.
Το προτεινόμενο σχέδιο δεν συσχετίζει τις υπάρχουσες μεταφορικές υποδομές με τις τουριστικές ροές, για τον υπολογισμό μεταφορικών φόρτων.
Επίσης δεν γίνεται αναφορά ούτε υπολογίζεται η φέρουσα τουριστική ικανότητα των περιοχών. Ως Φέρουσα Ικανότητα Τουρισμού ορίζεται «το επίπεδο της ανθρώπινης δραστηριότητας που μια περιοχή μπορεί να φιλοξενήσει, χωρίς να επιδεινωθεί η περιοχή, να επηρεαστούν αρνητικά οι κάτοικοι ή να μειωθεί η ποιότητα της εμπειρίας των επισκεπτών». Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε εντατικοποιήσεις της τουριστικής εκμετάλλευσης των χώρων.
Υποβαθμίζεται ο ρόλος των μικρών και μεσαίων μονάδων και δίνεται έμφαση στη γιγάντωση του τουριστικού προϊόντος μεγαλώνοντας αισθητά την κλίμακα (οργανωμένοι υποδοχείς κ.λπ.).
Σε αρκετά άρθρα περιλαμβάνονται διατάξεις για τον προσδιορισμό της πυκνότητας κλινών ανά στρέμμα και την αλλαγή στην αρτιότητα των οικοπέδων που προορίζονται για τουριστική χρήση, διατάξεις που αφενός δεν εξασφαλίζουν το περιβαλλοντικό ισοζύγιο των περιοχών και αφετέρου αποπροσανατολίζουν διότι χάνεται ο ρόλος της στρατηγικής που θα έπρεπε να υπερισχύει στο σχέδιο.
Το πρόγραμμα δράσης που προτείνεται παρότι περιλαμβάνει ένα υποτυπώδη χρονικό προγραμματισμό των δράσεων και παρότι γίνεται αναφορά σε χρηματοδοτήσεις από το ΕΣΠΑ στις περιπτώσεις δράσεων που πρέπει να υλοποιηθούν από το ΥΠΕΚΑ (παρότι δεν διευκρινίζεται αναλυτικά από ποια μέτρα κλπ), μοιάζει σε γενικές γραμμές με ευχολόγιο, διότι για παράδειγμα προβλέπει την εναρμόνιση των υφιστάμενων ΓΠΣ & ΣΧΟΟΑΠ με το παρόν και εκπόνηση νέων για το σύνολο της ελληνικής επικράτειας, χωρίς όμως να λαμβάνει υπόψη ότι τα τελευταία 10 χρόνια συντάχθηκαν ελάχιστα τέτοια σχέδια και ότι, χωρίς να αντιμετωπιστούν οι βασικές αιτίες στις οποίες οφείλεται η έλλειψη του σχεδιασμού, δεν μπορούν να προκύψουν τέτοιες μελέτες μέσα στη διάρκεια χρηματοδότησης του ΕΣΠΑ, λόγου χάρη.
Σχολιάζοντας επίσης τις προηγούμενες ενέργειες, σημειώνουμε ότι στην απόφαση με αριθ. 24208 ΦΕΚ 1138/Β΄/11-6-2009 που αφορά στην έγκριση του «Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό και της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών
Επιπτώσεων αυτού», το μεγαλύτερο πρόβλημα που είχε προκύψει ήταν η αδυναμία ερμηνείας του χάρτη που επισυναπτόταν στο τέλος της Απόφασης. Ιδιαίτερα στα όρια των ζωνών, επειδή δεν γινόταν αναφορά βάσει ποιου σχεδιασμού είχαν ορισθεί αυτά στον συγκεκριμένο χάρτη. Αποτέλεσμα ήταν η αδυναμία εντοπισμού της ζώνης στην οποία ανήκε ένα οικόπεδο. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον παραπάνω χάρτη τηρούν σήμερα οι αρμόδιες Υπηρεσίες,
χωρίς να μπορούν να τον ερμηνεύσουν σε όσα θέματα χρειάστηκε να το πράξουν.
Σε συνέχεια των παραπάνω, προκαλεί μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι η νέα πρόταση που έχει τεθεί σε Δημόσια Διαβούλευση «επί σχεδίου Κοινής Υπουργικής Απόφασης για την έγκριση Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδίου και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό και τη μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων», δεν συνοδεύεται από κάποιο αντίστοιχο χάρτη (αμέλεια του συντάκτη ή ισχύς του προηγούμενου χάρτη;), γεγονός που συμβάλει στην διατήρηση της αδυναμίας κατανόησης της ακριβούς θέσης των ζωνών που αναφέρονται στην παραπάνω πρόταση.
Κατά την άποψή μας, επίσης, η λογική των θεματικών χωροταξικών μελετών (όπως εδώ για τον τουρισμό) δεν προσφέρει στην πράξη ένα αξιόπιστο εργαλείο χρήσιμο για τη διαμόρφωση του ευρύτερου χώρου, γιατί επικεντρώνεται σε μία κύρια δραστηριότητα, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις αλληλεξαρτήσεις που παρατηρούνται μεταξύ των δραστηριοτήτων αλλά και τις επιρροές από ειδικές συνθήκες της κάθε περιοχής. Η μονοδιάστατη αυτή λογική μάλλον δημιουργεί «αναταραχή» στην ερμηνεία των φαινομένων που παράγει μια γενικότερη πολιτική για τον τουρισμό στον χώρο. Τις περισσότερες φορές λειτουργεί ερήμην των τοπικών συνθηκών ή ιδιομορφιών. Επιβάλλεται «άνωθεν» και ανάλογα βολεύει τις εκάστοτε πολιτικές συγκυρίες και τις κυρίαρχες ανά μονάδα χρόνου τάσεις, χωρίς να προτείνεται στην βάση των πραγματικών αναγκών-προβλημάτων και των προοπτικών του κάθε τόπου.
Αντίθετα αυτό που πραγματικά θα χρειαζόταν και δεν διακρίνεται στο προτεινόμενο σχέδιο, είναι μία λεπτομερής ερμηνεία ανά περιφερειακή ενότητα της γενικότερης εθνικής πολιτικής για τον χώρο συνολικά ώστε να μην χάνεται ο συντονισμός και η ισορροπία στην εφαρμογή της. Πρέπει δηλαδή να ενδιαφέρει κυρίως πώς προβάλλεται ή αντανακλάται τοπικά η Εθνική Χωροταξική Πολιτική ως σύνολο δραστηριοτήτων και κανόνων σε όλες τις παραμέτρους της και πως αυτή διαχέεται στον επιμέρους Σχεδιασμό του χώρου (δηλαδή στα ΓΠΣ & ΣΧΟΟΑΠ).
Σημειώνουμε επίσης ότι ο Νόμος 4002/11 (ΦΕΚ180Α/11), με τον οποίο εξειδικεύονται θέματα που εισήγαγε το χωροταξικό για τον τουρισμό (ΠΟΤΑ, θέματα τουριστικής κατοικίας, θεσμοθέτηση σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων) και στη συνέχεια οι υπουργικές αποφάσεις που καθόρισαν τις προδιαγραφές τους και τις σχέσεις των συνιδιοκτητών, (αποφ.125 ΦΕΚ195/Β/12, αποφ.177 ΦΕΚ319Β/12), δείχνουν για πρώτη φορά την πρόθεση του κράτους να επιταχύνει την αδειοδότηση των Τουριστικών επενδύσεων.
Στη συνέχεια η νέα πρόταση ειδικού χωροταξικού για τον τουρισμό τέθηκε σε διαβούλευση τροποποιώντας το ισχύον, χωρίς πειστική δικαιολογία για τα όσα τροποποιεί και αλλάζει ποσοτικά κατά τόπους όσα με τον ανωτέρω Ν4002/11 θεσμοθετούνται.
Το ειδικό χωροταξικό για τον τουρισμό θα μπορούσε να έχει ως αφετηρία την λεπτομερή καταγραφή της υφιστάμενης κακής κατάστασης στην οποία έχει οδηγηθεί η βασική παραγωγική δραστηριότητα της χώρας μας, που η ανάπτυξή της ανατέθηκε διαχρονικά στον «αυτόματο πιλότο» χωρίς πρόγραμμα, στόχευση και έλεγχο.
Στο νέο κείμενο θεσμοθετείται «θολά» ο όρος «οργανωμένοι υποδοχείς τουριστικών δραστηριοτήτων», ενώ υπάρχουν εργαλεία σύνθετων δραστηριοτήτων.
Δεν διευκολύνει την ανάπτυξη των εργαλείων τουριστικής ανάπτυξης μέσα από χρονοβόρες και κουραστικές διαδικασίες με πρόσχημα το περιβάλλον και την προστασία του, ενώ δεν φροντίζει να το προστατεύσει αποτελεσματικά κατά τη λειτουργία των εγκαταστάσεων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη κατά τόπους υφιστάμενες και σε εξέλιξη υποδομές με σκοπό τον τουρισμό, ειδικά αυτόν της κρουαζιέρας.
Αποτελεί μεγάλη παράληψη το γεγονός ότι η Κέρκυρα δεν συμπεριλαμβάνεται στις περιοχές ανάπτυξης Τουρισμού Κρουαζιερό-πλοιων και θα πρέπει αυτό να διορθωθεί, γιατί:
α) είναι ήδη γνωστός και δημοφιλής προορισμός για τα κρουαζιερό-πλοια
β) υπάρχει συνεχής αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια στον αριθμό των κρουαζιερόπλοιων που «πιάνουν» Κέρκυρα καθώς και στα αντίστοιχα έσοδα που εισρέουν και
γ) την τελευταία δεκαετία υπάρχουν σημαντικές δημόσιες επενδύσεις σε λιμενικές εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν τα κρουαζιερόπλοια και υπάρχει προγραμματισμός από αρμόδιους θεσμικούς φορείς για την επέκταση και βελτίωσή τους.
Σωστά κατατάσσεται η Κέρκυρα στις περιοχές ανάπτυξης Τουρισμού Γκολφ. Αυτός ο τουρισμός απευθύνεται σε εισοδήματα πάνω από το μέσο όρο και ενδεχόμενη κατασκευή δευτέρου γηπέδου γκολφ στην Κέρκυρα θα πολλαπλασίαζε το αντίστοιχο τουριστικό ενδιαφέρον καθώς διεθνώς είναι παραδεχτό ότι η ζήτηση αυξάνεται κατά πολύ, όταν υπάρχουν τέτοια γήπεδα σε σχετικά μικρές αποστάσεις. Μολονότι τα γήπεδα γκολφ είναι υδροβόρα, το πρόβλημα αυτό δεν θα είναι ιδιαίτερα έντονο για την Κέρκυρα με τις μεγάλες βροχοπτώσεις και την μεγάλη υγρασία.
Είναι παράλειψη που η Κέρκυρα δεν καταγράφεται ως τόπος θρησκευτικού τουρισμού. Η παρουσία του σκηνώματος του Αγίου Σπυρίδωνα είναι πόλος έλξης για ολόκληρη την Ορθοδοξία. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτή ακριβώς η παρουσία, με τις δεκάδες θρησκευτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις και τελετές καθ όλη τη διάρκεια του έτους ( λιτανείες κλπ) συγκεντρώνουν από δεκαετίες το ενδιαφέρον εσωτερικού και εξωτερικού τουρισμού.
Θεωρούμε ότι στο προτεινόμενο Σχέδιο εξακολουθεί να παραμένει χωρίς λύση η "εξυγίανση" του υφιστάμενου τουριστικού αποθέματος. Αυτού δηλαδή που ως εικόνα έχει σχέση με την ποιότητα του τουριστικού μας προϊόντος αλλά και με την ποιότητα της ζωής στους χώρους παραθερισμού. Αντίθετα, προωθείται με έμφαση η ολοσχερής τουριστική άλωση του περιβάλλοντος, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα σημεία κορεσμού του. Τη
στιγμή δε, που δεν υπάρχει ακόμα ένα κατάλληλο πλαίσιο κανόνων στις επεμβάσεις στον χώρο, υπάρχει κίνδυνος οι νέες προτάσεις (που σημειωτέον αναφέρονται και σε μεγάλου μεγέθους εγκαταστάσεις) να επιβαρύνουν επιπλέον το πρόβλημα. Ως εκ τούτου, η αναβάθμιση της εικόνας αυτού που ήδη υπάρχει και το πώς αυτό θα λειτουργεί στην σημερινή πραγματικότητα νομίζουμε πώς πρέπει να ιεραρχηθεί ως το κύριο μέλημα της κάθε νέας πρότασης για τον Τουρισμό που σέβεται το περιβαλλοντολογικό ισοζύγιο.